Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

Προνόμια της Εκκλησίας

Προνόμια της Εκκλησίας






Η Εκκλησία της Ελλάδος αποκατασταθείσα μετά την απομάκρυνσιν των Φράγκων και ενωθεί πάλιν μετά του Οικουμενικού ΙΙατριαρχείου, ευρέθη μετά τον πνευματικού ποιμνίου αυτής εις οίαν δυσάρεστον θέσιν γενικώς εευρέθησαν και τα λοιπά τμήματα της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν ταις υπό των Τούρκων κατακτηθείσας χώραις. Εν μέσω των φρικτών ερειπίων της εξωτερικής πολιτικής καταστροφής, επακολουθησάσης μετά την αχαρακτήριστον καταπιεστικήν διαγωγήν των Φράγκων, ο νέος κατακτητής δεν κατεδίωσε μεν συστηματικώς την θρησκείαν του ελληνικού λαού, η έναντι όμως αυτού στάσις εδημιούργει κίνδυνον εξαφανισμού ου μόνον του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσης, αλλά και αυτής της θρησκείας του υποδουλοθέντος λαού. Η Εκκλησία εκαλείτο να εκπληρώσει νέαν μεγίστην αποστολήν κατά την μεγίστην εκείνην περιπέτειαν αυτού.



Το ΙΙατριαρχείον, Κωνσταντινουπόλεως ηγέρεθη εκ των ερειπείων της πολιτικής καταστροφής της ελληνικής αυτοκρατορίας του Βυζαντίου, ίνα συνεχίζον παλαιάν κι ένδοξον παράδοσιν περιλάβης, προ παντός, και συγκρατήση του ελληνικού γένους την ενότητα. Η ανεπίσχετος τούρκικη κατάκτησις των έλληνικών χωρών και νήσων συνεπήγαγε την εξωτερικήν ενότητα του γένους υπό μίαν και την αυτήν πολιτικήν εξουσίαν, η δ’ εξωτερική ενότης συνεπήγαγε και την εσωτερικήν υπό το πατριαρχείον Κωνσταντινουπόλεως ενότητα. Ούτω δε συνηνούντο τα τέως διεσπασμένα του Ελληνισμού τμήματα. Το πατριαρχείον επικοινώνει ήδη μετά των Αθηνών, των ΙΙατρών, της Κορίνθου, της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Κύπρου, της Ρόδου, της Κρήτης, της Αιγύπτου, της ΙΙαλαιστίνης, της Συρίας, της Μικρασίας ολοκλήρου. Επετελείτο αληθώς εν των θαυμάτων της ελληνικής Ιστορίας, διότι το Ελληνικόν γένος μετά την ανεκδιήγητον καταστροφήν εευρίσκει τους τρόπους, ίνα σωθή υπό την σκέπην της Εκκλησίας. Το πατριαρχείον καθίστατο σύμβολον ενώσεως εν ταις ιδέαις της πίστεως και της πατρίδος, κέντρον εθνικής περισυλλογής.

Το επί των ερειπίων της ελληνικής αυτοκρατορίας του Βυζαντίου ιδρυθέν τουρκικόν κράτος ήτο μουσουλμανικόν κράτος, στηριζόμενον επί των διατάξεων τον Κορανίου. Οι νόμοι αυτού δύναντο να  εφαρμόζωνται μόνον επί Μουσουλμάνων. Κατ’ ανάγκην δε οι χριστιανοί υπήκοοι του κράτους, εφ’ όσον εγίνοντο ανεκτοί διά πληρωμής κεφαλικού φόρου έμενον θρησκευτικώς ελεύθεροι υπό τους θρησκευτικούς των αρχηγούς. Τούτον ένεκα ο Πορθητής της Κωνσταντινουπόλεωs ανεγνώρισε τον πατριάρχην ως εθνάρχην των νέων Ελλήνων υπηκόων. Το πρώτον δοθέν εις τον πατριάρχην Γεννάδιον Σχολάριον  βεράτιον δεν διεσώθη, αλλ’ ως εξάγεται εκ των μαρτυριών των συγχρόνων χρονογράφων και των σωζομένων μεταγενεστέρων βερατίων, ο πατριάρχης είχεν υπό την εξουσίαν του την Εκκλησίαν και τον κλήρον, τούς ναούς και τας μονάς μετά της περιουσίας των, τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα. Είχε το δικαίωμα να συλλέγει τακτικάς ή εκτάκτους πρός συντήρησιν των εισφοράς και ερρύθμιζεν πάντα τ’ αφορώντα εις τον οικογενειακόν βίον των Χριστιανών. Ως εθνάρχης ο πατριάρχης ήτο υπεύθυνος έναντι του σουλτάνου δια την υποταγήν και την ειρήνην των Χριστιανών. Τα αυτά δικαιώματα είχον εν ταις επαρχίαις και οι αρχιερείς, βοηθούμενοι υπό των δημογερόντων. Το πατριαρχικόν και τον αρχιερατικόν δικαστήριον εδίκαζον ανεκκλήτως τας διαφοράς των Χριστιανών, πολλάκις δε και τας χριστιανών και Τούρκων διαφοράς. Και εδικαιούτο μεν να προσφύγη τις εις τουρκικόν δικαστήριον αλλά συνήθως προελαμβάνετο τούτο. Τα προς ναούς ή μονάς ή χάριν των πτωχών κληροδοτήματα των Χριστιανών υπεχρεούντο ν’ αναγνωρίζωσι τα τουρκικά δικαστήρια. ΙΙαρ’ εκάστω αρχιερεί υπήρχε και ιδιαίτερος συμβολαιογράφος διότι ο αρχιερεύς υπέγραφε και επεκύρου παν συμβόλαιον των Χριστιανών, ωσαύτως υπέγραφε και επεκύρου τας διαθήκας και τα περί κηδεμονίας έγγραφα. Ήτο δε συνήγορος των Χριστιανών παρά ταις τουρκικαίς αρχαίς, αντιπρόσωπος των υποδούλωνν, σύμβουλος αυτών και παραστάτης.

Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Facebook Twitter

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου