Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

Εσωτερική ζωή της Εκκλησίας

Εσωτερική ζωή της Εκκλησίας







 -1 Η όλη ζωή του υποδούλου έθνους έφερεν εκκλησιαστικόν χαρακτήρα. Ο υπόδουλος Έλλην έβλεπε ενώπιόν του διαρκώς την Εκκλησίαν, τον Πατριάρχην, τον αρχιερέα, τον ιερέα, τα δε ζητήματα της Εκκλησίας ήσαν ζητήματα  του έθνους και τανάπαλιν. Εστηρίζετο το έθνος επί της Εκκλησίας αλλά αστήριζε αυτό την φιλόστοργον μητέρα Εκκλησίαν. Μετείχεν ενεργώς της διοικήσεως αυτής, εγνώριζε δε τας ανάγκας αυτής και αντεπεξήρχετο προς αυτάς.

Το Πατριαρχείον ευρίσκετο διαρκώς καταχρεωμένον, αναγκαζόμενον να δίδη προς τους κρατούντας, όπως διασώζη εαυτό και τους υποδούλους. Κατά τον Ιζ΄ αιώνα το χρέος ανήρχετο εις εκατομμύρια γροσίων, επελήφθη δε της ανορθώσεως των οικονομικών ο πατριάρχης Ιωάσαφ ο Μεγαλοπρεπής (1555-1565). Ευτυχώς η γενναιοδωρία των Χριστιανών ανεκούφιζεν εκάστοτε το πατριαρχείον. Κατά τον Ιζ΄ αιώνα τα χρέη του επλήρωσεν ο ηγεμών Μολδαυίας Βασίλειος. Κατά τον Ιη΄ ηυξήθησαν και πάλιν τα χρέη, διότι εν τω πατριαρχικώ βερατίω μόνον ανεγράφοντο ετήσιοι φόροι προς το τουρκικόν δημόσιον ταμείον γροσ. 33425, δια τους διερμηνείς του διβανίου γρόσια 5000, δια τον στρατόν 65440, δια το ιδιαίτερον σουλτανικόν ταμείον 24060 και δια την γενομένην μετά του πατριαρχείου ένωσιν των αρχιεπισκοπών Αχρίδος και Πεκίου 163000.
Ο Σαμουήλ Χαντζερής, διαπρεπής πατριάρχης του Ιη΄ αιώνος επεμελήθη σοβαρώς του οικονομικού ζητήματος. Μετ’ αυτόν ο Γρηγόριος Ε΄ κατέβαλε μεγάλας προσπαθείας. Το 1818 εύρε χρέος του «Κοινοῦ», ήτοι του Πατριαρχείου και τους έθνους, 1.936.000 γροσίων, ερρύθμισε δε την απόσβεσιν αυτού δι’ έθνοσυνελεύσεως,ην συνεκάλεσε εν Κωνσταντινούπολει. (όλος ο λαός πλήρωνε και πώς κέρδιζε η εκκλησία αφου υπήρχε πάντα χρέος,, το δε λάδωμα καλό είναι) Το ταμείον του «Κοινοῦ» έδιδεν ετησίως εις την τουρκικήν κυβέρνηση 40.000 γροσίων. Έδιδεν οσαύτως απαραίτητα χρηματικά δώρα εις τους μγάλους βεζύρας κι εις τους εκάστοτενέους υπουργούς, κατηύναζε την οργήν των κρατούντων κατά των επαναστατούντων Ελλήνων, εξηγόραζεν αιχμαλώτους και υφίστατο μυρίας άλλας εθνικάς δαπάνας. Εκ τούτων ίαπετελούντο τα «αὐλικὰ» λεγόμενα χρέη, δια την απόσβεση των οποίων επεφορτίζετο αναλόγως εκάστη επαρχία δια των αρχιερέων.



-2. Η μεγαλοπρέπεια της θείας λατρείας, ήτις εχαραχτήριζε την θρησκευτικήν ζωήν των Ορθοδόξων Ελλήνων κατά τους προγενεστέρους χρόνους, είχεν εξαφανισθή επί τουρκοκρατίας. Οι ναοί διηρπάζοντο και κατεστρέφοντο από καιρού εις καιρόν και μεθ’ εκάστην εξέγερσιν του τούρκικού όχλου κατά των υποδούλων. Υπήρχον μόνον πολλά παρεκκλήσια, ιδίως εν Πελοποννήσω και εν ταις νήσοις. Επί πληθυσμού 17.000 οικογενειών των συμπεριληφθεισών κατ’ αρχάς εις το ελληνικόν βασίλειον νήσων του Αιγαίου ευρέθησαν 502 ναοί και 602 ιερείς. Εν τη νήσω Σκύρω υπήρχον 365 παρεκκλήσια. Των εν ταις πόλεσι ναών η εμφάνισις ήτο πενιχρά. Μόνον αι μοναί κατώρθουν να ιδρύουσιν αξίους λόγου ναούς. Κέντρου του μοναχικού βίου και κατά την περίοδον ταύτην εξηκολούθει να είναι το ’γιον Όρος, αλλά διεκρίνοντο ωσαύτως αι μοναί άλλων μερών της Ελλάδος, εν η κατά την απελευθέρωσιν της ευρέθησαν 545 μοναί ανδρών και 18 γυναικών. Ήκμαζον αι μοναί της Πελοποννήσου, Μ. Σπηλαίου και Αγίας Λαύρας, εν Ηπείρω  η της Βελλάς, του Προφήτου Ηλιού, του Δρυάνου, της Μολυβδοσκεπάστου και της Γκούρας, εν Θεσσαλία αι μοναί των Μετεώρων, εν Μακεδονία της Ζάβορδας παρά τα Γρεβενά, της Ολυμπιωτίσσης παρά την Ελασσόνα, του Τιμίου Προδρόμου παρά τας Σέρρας, της Εικοσιφοινίσσης παρά την Δράμαν. Το πλήθος των μονών εξηγείται εκ του γεγονότος ότι οι Τούρκοι, κατ’ αρχήν εσεβάσθησαν τον μοναχικόν βίον,  αι μοναί απέβησαν άσυλον των καταδυναστευομένων και ενίσχυον την ευσέβειαν του λαού. Αι μοναί, ως προσκυνήματα, προὐκάλουν τακτικάς συγκεντρώσεις του λαού μακρόν των ομμάτων των Τούρκων. Μοναχοί διδάσκαλοι, εν ταις μοναίς διδάσκοντες ή περιοδεύποντες, κήρυκες και πνευματικοί εξομολόγοι ενίσχυον τον λαόν και εις την πίστιν και εις την εγκαρτέρησιν. Εν πολλαίς μοναίς ελειτούργουν πσχολαί, πάσαι δε εφιλοτιμούντο να συλλέγουσι χειρογράφους κώδικας καί έχομεν σήμερον ατιμήτους πνευματικούς θησαυρούς εις τας βιβλιοθήκας τωνι μονών. Αι γυναικεία μοναί ήσαν συνήθως εργαστήρια των πτωχών γυναικών. Εντεύθεν εξηγούνται αι μεγάλαι και πλούσιαι δωρεαί κτημάτων προς τας μονάς.

Μεγάλην υπήρξεν η φιλανθρωπική δράσις και η κοινωνική πρόνοια της Εκκλησίας. Τω 1806 ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ επέβαλεν ωριομένην εισφοράν εις τους ναύτας(10 γρόσια δι’ έκαστον ταξίδιον , προς συντήρησιν των εθνικών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, και τω 1819 ίδρυσεν εν τω πατριαρχείω το περίφημον «κιβώτιον τοῦ ἐλέους», λαμπράν φιλανθρωπικήν οργάνωσιν , ειςην εκ των πρώτων ο Ιωάννης Βαρβάκης προσέφερεν ικανόν ποσόν χρημάτων. Αναμφιβόλως η μεγάλη φιλανθρωπική δράσις της Εκκλησίας υπήρξεν εν των σπουδαιοτέρων μέσων της διασώσεως του έθνους, αλλά και η δράσις αυτή συνετέλει εις τον στενότερον σύνδεσμον αυτού προς την εκκλησίαν και εις την ενίσχυσιν της πίστεως αυτού και της αρετής. Ταυτοχρόνως, η δράσις αύτη, διεξαγομένη δια του λαού και υπέρ του λαού απετέλει εκδήλωσιν της εσωτερικής ζωής της εκκλησίας εκ των σπουδαιοτέρων.


Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Facebook Twitter

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου